- ὁποσταῖος
- ὁποσταῖος, am wievielten Tage
Wörterbuch altgriechisch-deutsch . 2010.
Wörterbuch altgriechisch-deutsch . 2010.
οποσταίος — ὁποσταῑος, α, ον (Α) (αναφ. αντων.) σε πόσες κατά σειρά ημέρες, σε ποια μέρα τού μήνα. [ΕΤΥΜΟΛ. Η αναφ. αντων. ὁποσταῖος έχει σχηματιστεί από το θ. *yo τής αναφορικής αντων. ὅς, ἥ, ὅ (βλ. λ. ος) και την ερωτ. αντων. ποσταῖος (πρβλ. ὁποῖος <… … Dictionary of Greek
ὁποσταίη — ὁποσταῖος of what day in serial order fem nom/voc sg (epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)